ΑνακοινώσειςΜικρό αφιέρωμα για την λεηλασια του ΝΑΤ ...

Μικρό αφιέρωμα για την λεηλασια του ΝΑΤ …

ΝΑΥΤΕΡΓΑΤΙΚΗ

ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ

 ΝΑΥΤΙΚΟ ΑΠΟΜΑΧΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ

Διαχρονική η λεηλασία από το κεφάλαιο και τις κυβερνήσεις του


Η Κοινωνική Ασφάλιση είναι μια από τις μεγαλύτερες κατακτήσεις των εργαζομένων και αποτέλεσμα πολύχρονων, αιματηρών συγκρούσεων με τις αστικές κυβερνήσεις, τους εφοπλιστές και γενικότερα το κεφάλαιο.

Ωστόσο, όμως, κεφάλαιο και αστικές κυβερνήσεις ποτέ δεν έπαψαν να υπονομεύουν την Κοινωνική Ασφάλιση, να περιορίζουν και να ροκανίζουν τα ασφαλιστικά δικαιώματα των ασφαλισμένων και να υποτάσσουν τη λειτουργία της (ιδιαίτερα τα αποθεματικά των Ταμείων) στους στόχους της καπιταλιστικής ανάπτυξης.

Ο έλεγχος των αποθεματικών των Ταμείων και μέσω αυτών η χρηματοδότηση των επιχειρηματικών ομίλων, ήταν ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της πολιτικής που ασκήθηκε από το αστικό κράτος. Εκεί βρίσκεται και μία από τις βασικές αιτίες της σημερινής οικονομικής κατάστασης των Ταμείων, για την οποία όμως τα αστικά κόμματα κρατούν «σιγήν ιχθύος».

Χαρακτηριστική περίπτωση αυτής της διαχρονικής λεηλασίας είναι και η ιστορία του Ταμείου των ναυτεργατών. Από την ίδρυση του ΝΑΤ το 1861, οι εφοπλιστές και το αστικό κράτος διαχρονικά λεηλατούν τα αποθεματικά και τα ασφαλιστικά – συνταξιοδοτικά δικαιώματα των ναυτεργατών.

Η βρώμικη δουλειά διάλυσης του ΝΑΤ από τους εφοπλιστές και την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, με τη στήριξη της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ, μέχρι και της Χρυσής Αυγής, αποτελεί στρατηγική επιλογή για το κεφάλαιο, την ΕΕ, για την ισοπέδωση της Κοινωνικής Ασφάλισης και τη διείσδυση σε αυτόν το χρυσοφόρο τομέα των επιχειρηματικών ομίλων που δραστηριοποιούνται στην ιδιωτική ασφάλιση.

Στη σύντομη ιστορική αναδρομή, που ακολουθεί, παραθέτουμε ορισμένα αποκαλυπτικά στοιχεία σχετικά με τις πραγματικές αιτίες για τη σημερινή κατάσταση του ΝΑΤ και των άλλων ασφαλιστικών – συνταξιοδοτικών Ταμείων των ναυτεργατών.

Κερδισμένοι οι εφοπλιστές σε πόλεμο και ειρήνη


  • Στη διάρκεια του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου (1914 – 1918), βυθίστηκαν 143 ελληνικά πλοία και χάθηκαν πολλές ανθρώπινες ζωές, ενώ οι εφοπλιστές καρπώθηκαν μεγάλα ποσά από την ασφάλεια των πλοίων και αύξησαν το στόλο τους μεταπολεμικά, με ταχύτατους μάλιστα ρυθμούς. Αμέσως μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το κράτος υποχρέωσε το ΝΑΤ να μετατρέψει σημαντικό μέρος των αποθεματικών του σε εθνικά χρεόγραφα, που ύστερα από μερικά χρόνια η αξία τους υποβιβάστηκε στο μηδέν.
  • Στη συνέχεια, η δικτατορία του Μεταξά υποχρέωσε τα ασφαλιστικά Ταμεία και το ΝΑΤ να διαθέσουν μεγάλα κεφάλαια σε επενδύσεις δημοσίων έργων και σε πλουσιοπάροχες προσφορές προς την «εθνικήν κυβέρνησιν» για την ενίσχυση της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων.
  • Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (1939 – 1944) βυθίστηκαν 429 ελληνικά πλοία, για τα οποία οι εφοπλιστές αποκόμισαν 27 εκ. λίρες. Άλλα 14 εκ. λίρες πήραν από ναύλους και πολλά ακόμα εκατομμύρια δολάρια για αποζημιώσεις και ναύλα από τις ΗΠΑ. Πάνω από 3.000 ναυτεργάτες έχασαν τη ζωή τους, ενώ άγνωστος είναι ο αριθμός των τραυματιών, χωρίς να αποζημιωθεί καμία οικογένεια ναυτεργάτη.
  • Το 1946, η κυβέρνηση εγγυήθηκε την αγορά 100 «Λίμπερτι» και 7 δεξαμενόπλοιων για τους Ελληνες εφοπλιστές στο 1/3 της αξίας τους, δηλαδή στα 16.500.000 στερλίνες. Οι εφοπλιστές έδωσαν μόνο 4.100.000 και το υπόλοιπο ποσό το εγγυήθηκε το ελληνικό δημόσιο. Πρόκειται για χρήματα των ναυτεργατών, που έπρεπε να το εξοφλήσουν με τόκο 3,5% σε 17 χρόνια. Αν και οι εφοπλιστές αποκόμισαν αμύθητα κέρδη από την εκμετάλλευση των ναυτεργατών, τα χρέη τους διαγράφηκαν από τις αστικές κυβερνήσεις.

Ο νόμος 2687/53


Όλη η αγριότητα του εφοπλιστικού κεφαλαίου περιέχεται στο νόμο 2687/53, που διαφυλάττουν ως κόρη οφθαλμού όλες οι κυβερνήσεις,   και αυτή του ΣΥΡΙΖΑ. Το 1953 η κυβέρνηση Παπάγου ψήφισε στη Βουλή το νόμο έκτρωμα 2687 περί προστασίας του ξένου κεφαλαίου στην Ελλάδα και παραχώρησε μεγάλα προνόμια στο εφοπλιστικό κεφάλαιο, με συνταγματική κατοχύρωση. Ο νόμος αυτός αποτελεί τη βάση του θεσμικού πλαισίου της ναυτιλίας, της άγριας καπιταλιστικής εκμετάλλευσης των ναυτεργατών και γενικότερα της εργατικής τάξης στους συναφείς κλάδους.

Στα ποντοπόρα, με τις τροποποιήσεις του όρου 8, του άρθρου 13, των «εγκριτικών πράξεων νηολόγησης των καραβιών» (ν. 2687/53), οι εφοπλιστές δεν εφαρμόζουν τη ΣΣΕ και δεν καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές στο ΝΑΤ και στα άλλα ασφαλιστικά ταμεία για το σύνολο των ναυτεργατών που είναι ναυτολογημένοι στα 5.200 καράβια τους. Ως αποτέλεσμα, το 80% των ναυτεργατών που  δουλεύουν στα ελληνόκτητα ποντοπόρα πλοία, δεν αμείβονται με τις ΣΣΕ και είναι χωρίς Ασφάλιση στο ΝΑΤ.

Αν σκεφτεί κανείς ότι στα ελληνόκτητα καράβια απασχολούνται περίπου 75.000 ναυτεργάτες, εκ περιτροπής 6 μήνες το χρόνο,  συνολικά 120.000 ναυτεργάτες δουλεύουν σε συνθήκες γαλέρας, χωρίς εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα (75.000 X 2 εξάμηνα = 150.000 ναυτεργάτες, το 80% ισούται με 120.000 εργαζόμενους). Αντίστοιχα, στην κρουαζιέρα, με την ψήφιση του ν. 3872/2010 δεν υπάρχει ούτε ένας ναυτεργάτης με συγκροτημένα δικαιώματα, ώστε ο πλοιοκτήτης να καταβάλλει εισφορές στο ΝΑΤ.

Χαριστικές ρυθμίσεις για το κεφάλαιο


Από την άλλη, οι εφοπλιστές δεν ανησύχησαν ποτέ για τα χρέη τους προς το ΝΑΤ, αφού έγινε «νόμος» η παραγραφή και οι χαριστικές ρυθμίσεις. Με τον αναγκαστικό  ν. 1611/1950, επιβλήθηκε η κατάθεση των αποθεματικών των Ταμείων στην Τράπεζα της  Ελλάδας, με επιτόκια αρκετά χαμηλότερα του πληθωρισμού και του  επιτοκίου  καταθέσεων.

Από την εκκαθάριση των εφοπλιστικών οφειλών

αποδείχθηκε ότι:

  • Tο 1951 από τις 246.528 λίρες οι εφοπλιστές πλήρωσαν μόνον τις 64.498 λίρες.
  • Το 1952 χρωστούσαν για 170 πλοία 127.942 λίρες και 56.263 δολάρια.
  • Το 1953 στον ισολογισμό του ΝΑΤ αναφερόταν ένα ποσόν 1.313.014 δολαρίων ως χρέη από ανεξόφλητα ναυτολόγια. Οι οφειλές αυτές παραγράφηκαν, καθώς εν τω μεταξύ είχε λήξει το δικαιοστάσιο. Άλλα 246.000 δολάρια αφορούν στα ανεξόφλητα ναυτολόγια των 14 κρατικών «Λίμπερτι» κ.λπ.
  • Η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, με την ψήφιση του ν. 2037/55, μείωσε τις εφοπλιστικές εισφορές κατά το 1/3, ενώ με το ν. 3899/58 στερεί το ΝΑΤ από το «δικαίωμα της 1ης υποθήκης», μετά τις απαιτήσεις του πληρώματος και πλέον προηγούνται οι δανειστές, έτσι που να μην απομένει επαρκές ποσόν για την  κάλυψη των χρεών προς το ΝΑΤ.
  • Το 1962 είχαν διατεθεί 27 εκ. δρχ. για το λαχειοφόρο δάνειο της ΕΡΕ.
  • Το 1967 – 1968 η χούντα άρπαξε από το ΝΑΤ πάνω από 15 εκ. δολάρια, για τα δύο «παραγωγικά» της δάνεια.
  • Παράλληλα, το κράτος στέρησε αυθαίρετα το ΝΑΤ από τα δικαιώματα εκμετάλλευσης της ακίνητης περιουσίας του.
  • Επίσης, αφαίρεσε από το ΝΑΤ τα δικαιώματα που είχε επί των ανεγειρόμενων ναυαγίων.
  • Με το ν. 2076/1992 η κυβέρνηση της ΝΔ έδωσε τη δυνατότητα να τοποθετείται μέχρι και 20% των αποθεματικών των Ταμείων στο χρηματιστήριο.
  • Το ΠΑΣΟΚ και με το ν. 2676/1999 αύξησε το ποσοστό στο 23%. Οι ζημιές των ασφαλιστικών ταμείων στο χρηματιστήριο την περίοδο 1999 – 2002 ήταν πάνω από 3,5 δισ. ευρώ.
  • Με το ν. 3978/2011, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ – κατ’ εντολή των εφοπλιστών – κατάργησε τα τέλη υπέρ ΚΑΕΟ, με απώλειες για το ΝΑΤ 40 εκ. ευρώ ετησίως.
  • Το Μάρτη του 2012, με το PSI, τα αποθεματικά του ΝΑΤ, από 15.339.828,61 ευρώ, μετά το «κούρεμα» έμειναν μόλις 4.691.018,49 ευρώ. Ενώ από τον ΕΛΟΕΝ, με αποθεματικά 51.625.108 ευρώ, «κούρεψαν» 32.046.403 ευρώ!
  • Με απόφαση της ΕΤΕ στις 25/04/2013, οι 33.986 μετοχές της Εθνικής Τράπεζας που κατείχε το ΝΑΤ, έγιναν 3.398.

Οργάνωση – σύγκρουση με κριτήριο τις σύγχρονες ανάγκες


  • Οι εφοπλιστές, οι κυβερνήσεις και η πλειοψηφία των ΔΣ του ΝΑΤ, εργοδοτικοί – κυβερνητικοί συνδικαλιστές, έχουν την ευθύνη για τη χρεοκοπία του ΝΑΤ και των άλλων ασφαλιστικών Ταμείων των ναυτεργατών. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, και συγκεκριμένα ο υπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης, σε σχετική Ερώτηση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚΕ το 2015 ομολόγησε ότι χάρισαν στους εφοπλιστές βεβαιωμένες οφειλές στο ΝΑΤ και τα άλλα Ταμεία πάνω από 100 εκ. ευρώ (εταιρείες ΔΑΝΕ, LΟUIS, GAFERRIES, ΣΑΟΣ, KALLISTI, AGOUDIMOS, ENDEAVOUR, ΝΕΛ, ΒΕΝΤΟΥΡΗΣ κ.λπ.).
  • Η αντεργατική πολιτική, η εισφοροδιαφυγή, η διαγραφή των χρεών και τα θαλασσοδάνεια των εφοπλιστών, οι 13 μειώσεις των οργανικών συνθέσεων, η μετατροπή των μισθών των ναυτεργατών από συνάλλαγμα – λίρες Αγγλίας σε δραχμές, στα ποντοπόρα, στα μεσογειακά και στα κρουαζιερόπλοια αποτελούν τις βασικές αιτίες της χρεοκοπίας του ΝΑΤ και των άλλων Ταμείων των ναυτεργατών.

Η άθλια εκστρατεία των εφοπλιστών, των αστικών κυβερνήσεων και των υποτακτικών τους στην ΠΝΟ ότι τα ελλείμματα οφείλονται στη μαζική συνταξιοδότηση ναυτεργατών από τη Σοβιετική Ενωση και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες, χρεοκόπησε από τα ίδια τα επίσημα στοιχεία του ΝΑΤ: Από το 1974 συνταξιοδοτήθηκαν μόνο 21 αγωνιστές ναυτεργάτες που είχαν θεμελιώσει συνταξιοδοτικά δικαιώματα με πολύχρονη θητεία στα καράβια πριν ακόμη οι εφοπλιστές και το αστικό κράτος τους υποχρεώσουν με διώξεις να ζήσουν στην αναγκαστική προσφυγιά, στις φιλόξενες σοσιαλιστικές χώρες.

Επομένως, σήμερα δεν αρκεί οι εργαζόμενοι να παλεύουν για  να μη γίνουν χειρότερα τα πράγματα, θεωρώντας «περασμένα  ξεχασμένα» όσα τους έκλεψαν τα προηγούμενα χρόνια, που είναι ο ιδρώτας και η δουλειά τους. Χρειάζεται να οργανωθούν και να παλέψουν για την ανάκτηση των απωλειών, για αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις, κατάργηση των αντεργατικών – αντιασφαλιστικών νόμων, με κριτήριο τις σύγχρονες ανάγκες τους, κόντρα στο κεφάλαιο, στην ΕΕ και στα κόμματά τους. Το δυνάμωμα της Λαϊκής Συμμαχίας είναι προϋπόθεση για να πάει αυτός  ο  αγώνας  μέχρι  τέλους.

ΟΙ  ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ

ΑΣΤΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ – ΕΦΟΠΛΙΣΤΩΝ (1943-1948)


 

….και δώρα των παιδιών της αστικής τάξης στους πολιτικούς

Η συναλλαγή αστικού κράτους – εφοπλιστών αποκαλύπτεται και από ένα άλλο ντοκουμέντο της εποχής: Το γράμμα του υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας της κυβέρνησης Τσαλδάρη, Ν. Αβραάμ προς το γιο του, που αποδεικνύει τη συναλλαγή για τα «Λίμπερτυ», αλλά και συναλλαγές, γενικότερα με τους εφοπλιστές.

Το συγκεκριμένο γράμμα δημοσιεύτηκε στον «Ριζοσπάστη» στις 25 Φλεβάρη του 1947 και είναι αποκαλυπτικό: «Σου έγραψα προ ημερών με τον εφοπλιστήν κ. Πατέραν, τον γαμβρόν του φίλου μας κ. Λύρα που επήρε την τελευταία στιγμή όπως ενθυμείσαι ένα Λίμπερτυ (…)

Η “Ελευθερία”, “Η Ελλάδα” και ο “Ριζοσπάστης” έγραψαν διά τη νόμιμον προμήθειαν που πήρα απ’ την αγοράν των Λίμπερτυ. Έδωκα μίαν απάντησιν, που σου εσωκλείω εις την “Ελευθερίαν”. Έγραψε δε σχετικώς και η “Εστία” και το “Εμπρός”. Έδωκα και από ραδιοφώνου μίαν ομιλίαν επί του ζητήματος αυτού.

Ο Βαγγέλης έχει ετοιμάσει και δύο ομιλίες με θέμα εντυπώσεις μου απ’ την Αμερικήν, μίαν στον “Παρνασσό” και μίαν στον Πειραιά. Μόλις ήλθα, την πρώτη Κυριακήν εγένετο συγκέντρωσις εις τη λέσχην Πειραιώς και ωμίλησα. Επίσης μου παρετέθη γεύμα πρωτοβουλία ναυτικών πρακτόρων κλπ. στον Πειραιά. Την περασμένη εβδομάδα μετά την παραίτησίν μου, μου παρέθεσε εις τον Ναυτικόν Ομιλον γεύμα η ένωσις των Εφοπλιστών. Να πης εις τον Γιώργο το Λύρα – για το δώρο που υποσχέθησαν – να το στείλουν εις την εδώ Ενωσιν διά να μου το παραδώσουν είναι ανάγκη. Του γράφω και εγώ και γι’ αυτό και για τα άλλα ζητήματα του Πειραιώς που προσωπικά είχαμε μιλήσει».

Αξίζει, επίσης, να αναφέρουμε ένα ακόμα απόσπασμα του γράμματος αυτού όπου γίνεται πιο αποκαλυπτικός: «Πρέπει να έχεις υπ’ όψι σου (σ.σ γράφει στον γιο του) ότι και ο Εμ. Κουλουκούντης και ο Γ. Λύρας και ο Σταύρος Λιβανός και ο Ν. Ρεθύμνιος, εκτός του Σεβασμιωτάτου έχουν προσφερθεί να σε ενισχύσουν οικονομικώς.

Ο Στ. Λιβανός μου είπε την τελευταία στιγμή: Ο,τι θέλει να αποτείνεται σε μένα, τον γιο του Παπανδρέου εγώ τον εσπούδασα. Σου τα γράφω αυτά διότι ομολογώ και εγώ ότι είναι καιρός να αφήσω την πουριτανικήν ηθικήν ακαμψίαν και να δέχωμαι τοιαύτας ενισχύσεις ως υποψήφιος ηγέτης πλέον κατ’ επάγγελμα διά να μην αναγκασθώ να τρέχω εις το Κακουργοδικείο και το Πλημμελειοδικείο»!!!

Ο βίος και η πολιτεία του Ωνάση


Ο Αρ. Ωνάσης, γνώριζε αυτή τη συναλλαγή, γι’ αυτό και έστειλε την επιστολή αυτή, διατυπώνοντας μάλιστα σ’ αυτήν και μια «φιλανθρωπική» πρόταση για ζητήματα Ναυτιλίας. Και για να ξεκαθαρίζουμε: Ο βίος και η πολιτεία του Αρ. Ωνάση ήταν γνωστή, εφοπλιστής με ισχυρούς δεσμούς, οικονομικούς και πολιτικούς, με ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Μεταξύ αυτών γνωστό είναι και πως ήταν πρωταγωνιστής ως πρόξενος της Ελλάδας στην Αργεντινή για τη σύλληψη 100 Ελλήνων ναυτεργατών επειδή ζήτησαν καλύτερες συνθήκες δουλιάς και αμοιβής. Πολλοί απ’ αυτούς στάλθηκαν στην Ελλάδα και κατέληξαν στα Μακρονήσια.

Ο Αρ. Ωνάσης ήταν και παρέμεινε έως το τέλος της ζωής του εχθρός του ναυτεργατικού κινήματος και του ΚΚΕ.

Στην επιστολή του αποκαλεί «εθνομάρτυρες» τους υπόλοιπους Ελληνες εφοπλιστές, ειρωνευόμενός τους και αποκαλύπτει γεγονότα και καταστάσεις, που αποδεικνύουν τη δολοφονική δράση του κεφαλαίου.

Παρακάτω παραθέτουμε χαρακτηριστικά αποσπάσματα. Σημειώνουμε, δε, πως η επιστολή δημοσιεύθηκε το 1953 στην εφημερίδα «Εθνικός Κήρυξ» και αναδημοσιεύθηκε, σε τρία μέρη, στα τεύχη του Απρίλη, του Μάη, και του Ιούνη της ίδιας χρονιάς, στο περιοδικό «ΕΝΩΣΙΣ» της ΠΕΜΕΝ.

Ας αφήσουμε, όμως, τον Αρ. Ωνάση να «μιλήσει» γι’ αυτά:


«Το ρητόν»…

Στην αρχή… εξηγεί το σκοπό της επιστολής του:

«Λέγει το ρητόν “Τα εν οίκω μη εν δήμω».

Καίτοι μου αρνείσθε το δικαίωμα να θεωρούμαι μέλος του οίκου αυτού, εν τούτοις προσεπάθησα, ειργάσθην και απεπειράθην να παραμείνουν τα πράγματα “εν οίκω”. Ατυχώς όμως η ακατανόητος πείσμων και όχι καλοήθης προσπάθειά σας εις το αφ’ ενός μεν να μειώσετε την αξία της προτάσεώς μου, διαστρέφοντας τον αγαθόν της σκοπό, αφ’ ετέρου δε τα αλλεπάλληλα επιτελικά σας συμβούλια μετά του Πρέσβεως διά να τορπιλίσητε την υπόθεση με αναγκάζουν, μετά λύπης μου, να σας αποτείνω την παρούσαν μου υπό τύπον ανοικτής επιστολής».

Στη συνέχεια αναφέρεται στη λεία: «Το ίδιο συνέβη και με τα 100 “Λίμπερτυς”. Προς στιγμήν, μόλις και μετά βίας ανήρχοντο εις 35 αι αποφασισθείσαι αγοραί, καίτοι αι αιτήσεις προ πολλού είχαν φθάσει τας 100 (…) Εξαφνα η ναυλαγορά δείχνει θετικώτατας τάσεις υψωμού και σωρηδόν προσφέρονται τα 12 και 18 μηνών συνεχή ταξίδια, προστίθεται σ’ αυτό ο ευεργέτης Χαρδαλούπας και αμέσως αρχίζουν να αρνούνται τας προ ημερών δηλώσεις των, βρίζουν το σύμπαν, δε λείπει φυσικά το Κράτος από μέσα και καθώς ηύξανε η πίεσις στα 90 και φθάνομεν στα τελευταία δέκα, δίδεται η μάχη των Θερμοπυλών και τραυματίζεται βαρέως ο Νικόλαος Αβραάμ, αλλά ως εκ θαύματος περνούν απαρατήρητοι και σώζονται ο υπασπιστής του και ο θαλαμηπόλος του. Αναφέρουν οι ίδιοι εθνομάρτυρες ότι εθυσιάσθη ολόκληρος μεραρχία δολαρίων διά την κατάκτησιν μιας των δέκα τελευταίων ελευθεριών» (…)

Μάλιστα, μετά από αυτά, γίνεται ακόμα πιο αποκαλυπτικός: «Μόνον τα δωρηθέντα 100 “Λίμπερτυς” θα έχουν περί τα 30 εκατομμύρια δολάρια καθαρόν εισόδημα εντός της πρώτης δωδεκαμήνου περιόδου από της εκκινήσεώς των. Προσθέτομεν σ’ αυτά και τα 137 προηγούμενα πλοία με 25 εκατομμύρια (μέρος αυτών εις λίρας), προσθέτομεν και τα 140 ελληνοπαναμαϊκά με άλλα 45 εκατομμύρια και έτσι φθάνουμε εις το ολόκληρον ποσόν των 100 περίπου εκατομμυρίων δολαρίων εισόδημα διά την περίοδον των δώδεκα μηνών.

«Το δε κράτος»…


«Αφήνω τας δεκάδας εκατομμυρίων δολαρίων και λιρών εις καταθέσεις. Αφήνω τα 25 – 30 καναδικά. Αρλούμπες, κακοήθεις υπερβολαί, θα μου πουν και εδώ. Λοιπόν κατεβαίνετε φωτοστατικά αντίτυπα των ναυλοσύμφωνων και παύει η συζήτησις. Αυτή τη στιγμή που γράφω, στον δέκατο μήνα της εκμεταλλεύσεώς των, τα 100 ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΕΝΑ ΤΑΜΕΙΑΚΟΝ ΠΕΡΙΣΣΕΥΜΑ ΑΠΟ 25 ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΑ ΔΟΛ. ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ. Το δε κράτος όχι μόνον δε ζητά ουσιώδεις φόρους ή συνάλλαγμα, αλλά θα τους περιμένη και 17 χρόνια για να πληρώσουν το χρέος τους, το οποίο είναι εις θέσιν να πληρώσουν σήμερα»

Στη συνέχεια του γράμματος ζητά να του λυθούν ορισμένες «απορίες» για διάφορα γεγονότα:

«Μεταξύ άλλων διερωτώνται πολλοί, πώς Καθηγητής Πανεπιστημίου ευρέθη κάτοχος 3-4 καραβιών και ζητεί να αγοράση 2 τάνκερς από τα 7 διαδίδων εις τη ναυλαγοράν ότι λόγω εξαιρετικών δεσμών του με τα πλέον σημαίνοντα πολιτικά πρόσωπα της χώρας έχει εξησφαλισμένην τη χορήγησίν των εις αυτόν, καθ’ ον χρόνον παλαιοί και λίαν σημαίνοντες εθνομάρτυρες αλληλοσπαράσσονται διά την απόκτησιν έστω και μισού καραβιού;

Επανειλημμένως μου έχουν τηλεφωνήσει ανωνύμως και μου λέγουν μεταξύ άλλων ότι μια από τας δέκα τελευταίας ελευθερίας απήχθη από ένα παρεπιδημούντα δοσίλογον, αντί παραχωρήσεως δωρεάν δέκα μετοχών εις τους προαναφερθέντας λειτουργούς με προξενητήν, δυστυχώς, κάποιον του οποίου προορισμός είναι να ελέγχη και να στιματίζη αυτά τα πράγματα. Δηλαδή αξία 5.000 δολ. και ετήσιον εισόδημα 30.000 δολ.

Προχωρούμε. Λέγεται ότι υπουργός ενδιεφέρθη και συνέστησε εις την επιτροπήν διανομής των 7 τάνκερς εν Αθήναις, τη χορήγησιν ενός τάνκερ εις τον εν λόγω δοσίλογον, ο οποίος μόλις προχθές έγινε εφοπλιστής».(…) Τι ενδιαφέρον μπορεί να έχη ένας πρέσβυς και πώς άλλως μπορεί να ερμηνευθεί η πασιφανής προτίμησίς του, αι ενέργειαι να καταλήξουν τα 7 τάνκερ εις τα παχιά εφοπλιστικά ταμεία και όχι εις αγαθοεργόν και κοινωφελή σκοπόν;».

Το ελληνικό δημόσιο …επιχορηγεί πλουσιοπάροχα τους εφοπλιστές


Στην επιστολή του ο Α. Ωνάσης βρίσκεται σε τέτοιο θυμό επειδή τον άφησαν έξω από την επιχείρηση των «Λίμπερτι» που θυμάται και αναφέρει και αποκαλυπτικά στοιχεία για εφοπλιστικές «δουλιές» το 1939:

«Δεν οφείλω τίποτε εις τον μέγαν ναύαρχον Von Raeder, δεν έχασα ούτε ένα σωσσίβιον με τον πόλεμον. Οδύρονται οι εθνομάρτυρες διότι απωλέσθησαν τα σκάφη των. Ιδού μια εικών, ετέρου επιλέκτου μέλους. Ευρισκόμεθα στον Αύγουστον του 1939 με 7.500 λίρας μαζευμένας δυσκολώτερα και από ιστορικός σύλλογος μουσείων, προβαίνομεν εις αγοράν κουρέλας αξίας 15.000 λιρών με δάνειον χάριν της ελληνικής σημαίας και υποθήκης. Μετ’ ολίγας εβδομάδας από της ενάρξεως του πολέμου χάνεται το σκάφος και εισπράττομεν 165.000 λίρας, ήτοι είκοσι δύο φορές το επενδυθέν κεφάλαιο.

Ωχριά και αυτή η ρουλέτα ακόμη. Ούτε φόροι, ούτε συνάλλαγμα για την κυανόλευκον. Επί τέλους και σ’ αυτό το Sporting του Monte Carlo παίρνουν γκανιότα και αφού πάρουν την γκανιότα κατόπιν παίρνουν και από τα κέρδη του Ζωγράφου.

Ε, λοιπόν, γιατί όχι το έρημο Ελληνικό Δημόσιο το οποίον τους εχορήγησε όχι μόνον τα πάντα, αλλά και το έμψυχο υλικό για να παίξουν το παιγνίδι των; Προχωρούμεν και επαναλαμβάνεται το θαύμα αυτό διά τρίτην φοράν με αυτάνδρους απωλείας. Αποκλειστικά δημιουργήματα του αγνώστου Γερμανού τορπιλλοβολητού και αγνώστου Αγγλου ασφαλιστού. Υπάρχουν πολλοί, οι περισσότεροι των εθνομαρτύρων με παρόμοια αποτελέσματα.

Οπως είπον και άλλοτε, ώρα είναι να ιδρυθή μπροστά στας στήλας του Ολυμπίου Διός ή επάνω στη Σαλαμίνα το μνημείον του αγνώστου Γερμανού τορπιλλοβολητού, Αγγλου ασφαλιστού και προ παντός αγνώστου Ελληνος υπουργού Οικονομικών που επέτρεψε τέτοια σκανδαλώδη κατάστασι».

Το χαρτοπαίγνιον της αισχροκέρδειας


Χαρακτηριστικά είναι τα όσα γράφει για «τη σκανδαλώδη αισχροκέρδεια της υπερασφάλειας», το «χαρτοπαίγνιον», που το ελληνικό κράτος είχε αφήσει να διεξάγεται:

«Οταν δε λέγω χαρτοπαίγνιο δεν υπερβάλλω και εξηγούμαι:

Καράβι αξίας 20.000 λιρών, χρεωμένο κατά 10.000 λίρας. Κηρύσσεται πόλεμος και το ασφαλίζομεν αντί 250.000 λιρών καταβάλλοντες ασφάλιστρον περίπου 10.000 λίρας διά ταξίδιον διάρκειας 60 ημερών. Εάν τελειώση το ταξίδι και φθάση το καράβι αισίως, όχι μόνο εξατμίζεται το μικρόν προβληματικόν ταξίδιον (το περιθώριον ναύλου το πρώτο τρίμηνον του πολέμου ήτο πολύ μικρόν) αλλά μας αφίνει και ζημιάν πολλών χιλιάδων λιρών λόγω της εξωφρενικής μίζας που βάλαμε.

Τώρα, δεδομένου ότι ήδη εχρωστούσαμε 10.000 λίρας από τις είκοσι χιλ., που αξίζει το καράβι, εάν αιφνιδίως σταματούσε ο πόλεμος η χρεοκοπία ήταν ακαριαία. Αντιθέτως, εάν ετορπιλλίζετο το καράβι, επραγματοποιείτο μυθώδες κέρδος και ασύδοτον. Λοιπόν, προ του τελευταίου άθλιου πειρασμού ερωτώ: Τι είναι επόμενον να εύχεται κανείς; Φυσικά και το τερατώδες, τον τορπιλλισμόν βέβαια, ει δυνατόν άνευ απωλείας ψυχών (!) (…)

Πρέπει να ομολογήσωμεν ότι αν ζούσε ο Ντοστογιέφσκι ασφαλώς θα αυτοκτονούσε από απογοήτευσιν προς την φαντασίαν του».

Στη συνέχεια ο Α. Ωνάσης αναφέρεται με …γλαφυρό τρόπο σε έναν παλιό του …συνάδελφο, που μαζί εισέπρατταν τα ασφάλιστρα απ’ τον τορπιλισμό πλοίων:

«Ετέρα εικών αξία μνείας είναι η περίπτωσις των Σιαμικών αδελφών. Τρεις κουρέλες αξίας το 1939 το πολύ 25.000 λιρών εκάστη, τορπιλλίζονται και εισπράττομεν προ του 1941 250.000 περίπου λίρας δι’ εκάστην κουρέλαν, ήτοι σύνολον 750.000 λιρών, αφού μας εδημιούργησαν και σεβαστόν απόθεμα δολλαρίων εκ της εκμεταλλεύσεως. Δεν αρκεί όμως αυτό. Κατόπιν πενταετούς και λίαν επιτυχούς περιπέτειας στο Wall Street, βλέπω μια μέρα το ένα εκ των Σιαμικών αδελφών με ύφος και εμφάνισιν αναπήρου πολέμου, επί κεφαλής κουαρτέτου εθνομαρτύρων, να κλαίη τη μοίρα του και προβάλλων τα τρομερά τραύματα πολέμου, να ζητά από τον κ. Τσαλδάρην προστασίαν και οίκτον, διότι είχε μείνει έξω του νυμφώνος των “Λίμπερτυ”.

Ο δε αγαθός Πρόεδρός μας να στενοχωρήται διότι δεν ήξευρε πώς να τους βοηθήση. Ορθώς παρετήρησε κάποτε ένας συνάδελφός μας τα εξής:

“Πού να εφαντάζετο ο Βίσμαρκ (σ.σ. ο πρώτος καγκελάριος της Γερμανικής Αυτοκρατορίας το 1871, που ένωσε τα τότε γερμανικά κρατίδια) ότι από ολόκληρο το μεγαλεπήβολο έργο που συνέλαβε, το μόνον θετικόν αποτέλεσμα ύστερα από τρία ΡΑΪΧ θα ήτο η εξέλιξις μερικών αχθοφόρων της θαλάσσης και χαρτοπαικτών της γερμανικής τορπίλλης εις αυθάδεις και ασύδοτους νεόπλουτους ταραξίας»!!!…

«Μας χαρίζει το ρωμαίικο 100 “Λίμπερτυς”»


 «Θα πουν πολλοί, κακοήθεις συκοφαντίαι, διαστροφή των πάντων, η ασέβειά του δεν σταματά πουθενά. Απαντώ με την εξιστόρησιν των γεγονότων και τους αριθμούς, των οποίων η απόδειξις είναι απλούστατη, εάν το κράτος θελήση να κάμη χρήσιν των δικαιωμάτων του και μέσων», γράφει στη συνέχεια ο Ωνάσης καλώντας το ελληνικό κράτος να αποδείξει την αλήθεια των λεγομένων του.

Λίγο μετά, μάλιστα, σημειώνει αποκαλυπτικά: «Απ’ αυτά ερωτώ, τι πήρε το ρωμαίικο εις φόρους ή συνάλλαγμα; Αέρα!!! Ενώ οι Αγγλοι, Νορβηγοί και άλλοι τα πήραν σχεδόν όλα. Δεν φθάνει όμως αυτό.

Μας χαρίζει το ρωμαίικο 100 “Λίμπερτυς” σημερινής αξίας 70 εκατομμυρίων δολλαρίων, με εισόδημα 35 εκατομμυρίων δολλ. ετησίως και το σύνολον του εισοδήματος των 377 καραβιών υπερβαίνει τα 100 εκατομμύρια διά την περίοδον ανοίξεως 1947 -1948. Πολλά, τα πάντα οφείλετε εις το Εθνος, αυτό δε όχι μόνον δεν σας οφείλει τίποτε, αλλά σας έχει χαρισθεί σκανδαλωδώς.

Οχι μόνον σχεδόν δεν σας φορολογεί, σχεδόν δεν σας ζητεί συνάλλαγμα, αλλά ενώ περισσεύουν εις τα ταμεία σας, σήμερα τον δέκατο μήνα της εκμεταλλεύσεως, αρκετά για να εξοφλήσετε πάνω από τα δύο τρίτα του χρέους σας, αυτό θα σας περιμένει 17 χρόνια».

Και φτάνει στους «κουκουέδες»…


Ο Α. Ωνάσης για να μπει στο «κλαμπ» των παραδοσιακών εφοπλιστών και στη μοιρασιά της λείας των 100 «Λίμπερτι» και των 7 δεξαμενόπλοιων τύπου Τ2 καταθέτει μια «φιλανθρωπική» πρόταση για …τους ναυτεργάτες, τους οποίους ο ίδιος έχει «στην μπούκα του τουφεκιού του»…

Στο τέλος, φυσικά, κυριαρχεί το ταξικό συμφέρον του, των εφοπλιστών, της αστικής τάξης και τους καλεί να συσπειρωθούν ενάντια στον κοινό εχθρό τους, το ΚΚΕ, αποκαλύπτοντας πόσο σημαντική ήταν η παρέμβαση των κομμουνιστών στο ναυτεργατικό κίνημα.

Δείχνει πόσο φοβούνταν οι εφοπλιστές τον αγώνα και την πάλη:

«Θα πούνε πολλοί: “Βρε τον κακούργο, βάλθηκε να μας καταστρέψη, τώρα που κάθεται αυτός καλά άρχισε να αριστερίζη και τραβά κορδέλλα”.

Απαντώ και τελειώνω: Θα ‘ρθω εγώ απ’ τους πρώτους. Οι κουκουέδες και τα αφεντικά των του Κρεμλίνου θα δουν ότι πράγματι άρχισε μια υγιής και σαφής μέθοδος διά την ανασυγκρότησιν του τόπου. Αυτό τουλάχιστον από ελληνικής απόψεως θα τους διαλύσει και θα στραφούν εις άλλας κατευθύνσεις όπως προηγήθησαν άλλαι της ιδικής μας»…

Ο Α. Ωνάσης αναδείχτηκε σε έναν από τους πιο ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες σε διεθνή κλίμακα στη ναυτιλία και σε άλλους τομείς. Ο ίδιος και η αστική τάξη και οι πολιτικοί τους υπηρέτες πέτυχαν πολλούς στόχους, τεράστια κέρδη από την εκμετάλλευση των ναυτεργατών και γενικότερα της εργατικής τάξης. Ο στόχος, όμως, του Α. Ωνάση, της αστικής τάξης, δεν επιτεύχθηκε ενάντια στο ΚΚΕ, στο ταξικό ναυτεργατικό κίνημα.

Στις μέρες μας, με την ασίγαστη πάλη των ταξικών δυνάμεων στην ΠΕΜΕΝ το “ΣΤΕΦΕΝΣΩΝ”, τα Σωματεία Μαγείρων και  Ρυμουλκών, την ΠΕΣ ΝΑΤ, με τη στήριξη του ΠΑΜΕ, οργανώθηκαν δεκάδες αγώνες, δόθηκαν σκληρές απεργιακές μάχες σε σύγκρουση με τους μηχανισμούς της καταστολής

Αγώνες που οδήγησαν τέσσερις φορές το αστικό κράτος και τις κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ να καταφύγουν στο μέτρο της πολιτικής επιστράτευσης. Τον Ιούνη του 2002, το Φλεβάρη του 2006, το Νοέμβρη του 2010 και το Φλεβάρη του 2013, που αντιπάλεψαν αποφασιστικά οι απεργοί.

Ο αγώνας των ναυτεργατών συνεχίζεται σήμερα, σε σύγκρουση με την αντεργατική πολιτική. Η ταξική πάλη συνεχίζεται, η ιστορική εξέλιξη δεν σταματάει.

 

ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΑΡΘΡΟ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΑΡΘΡΑ